- ανορθοδοξία
- ανορθοδοξία ηнеправославие
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek
Κουτούζης, Νικόλαος — (Ζάκυνθος 1741 – 1813). Ιερέας, ζωγράφος και σατιρικός ποιητής. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους ζωγράφους της Επτανησιακής σχολής του 18ου αι., ενώ είναι γνωστός επίσης για τα καυστικά σατιρικά ποιήματά του καθώς και για τον ιδιότυπο… … Dictionary of Greek
κακοδοξία — η 1. κακή φήμη, ανυποληψία, κακό όνομα. 2. (εκκλησ.), πίστη σε σφαλερά θρησκευτικά δόγματα, ανορθοδοξία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)